Μιχάλης Κατσαρός (1920-1998)
09/06/2007 § Σχολιάστε
Τον έβλεπα συνήθως στο Σύνταγμα, τις περισσότερες φορές στη Καραγεώργη Σερβίας. Στην αρχή δεν ήξερα ποιος ήταν, μετά μου είπαν. Πανύψηλος, με τα μαλλιά να ανεμίζουν και με το βλέμμα μπροστά σκεφτικό κι αγέρωχο. Το χειμώνα το τεράστιο κασκόλ του να τον ακολουθεί. Φιγούρα-καρικατούρα. Φαινόταν πάντα βιαστικός με δρασκελιές τεράστιες. Σταματούσε για λίγο στο δισκάδικο του κ. Θεμελή, τον «Κύκλο» κοντοστεκόταν, έλεγε κάτι σαν καλημέρα, ψέλλιζε ένα «γεια» κι άφαντος! Έτσι πρέπει να είναι όλοι οι αληθινοί ποιητές, σκεφτόμουν σαν νέος που ήμουν τότε.
Θα σας περιμένω
Θα σας περιμένω μέχρι τα φοβερά μεσάνυχτα αδιάφορος
Δεν έχω πια τι άλλο να πιστοποιήσω.
Οι φύλακες κακεντρεχείς παραμονεύουν το τέλος μου
ανάμεσα σε θρυμματισμένα πουκάμισα και λεγεώνες.
Θα περιμένω τη νύχτα σας αδιάφορος
χαμογελώντας με ψυχρότητα για τις ένδοξες μέρες.
Πίσω από το χάρτινο κήπο σας
πίσω από το χάρτινο πρόσωπό σας
εγώ θα ξαφνιάζω τα πλήθη
ο άνεμος δικός μου
μάταιοι θόρυβοι και τυμπανοκρουσίες επίσημες
μάταιοι λόγοι.
Μην αμελήσετε.
Πάρτε μαζί σας νερό.
Το μέλλον μας θα έχει πολύ ξηρασία.
…..
Ο Δούλος
Ο Δούλος που δραπέτευσε
έλεγε προσευχές στους φιλήσυχους πολίτες
γονατίζοντας σε λιγδωμένα προσκέφαλα.
Εγώ δεν ήλπιζα πως μπορεί να σωθεί.
Οι χωροφύλακες έχουν γερή όραση –
δε διαλύονται με αυταπάτες και ψυχοσάββατα.
Τώρα αυτός που επέμενε να ρωτάει
φαίνεται θαταν αποφασισμένος για θάνατο
ή θαταν κατάσκοπος που δε φοβάται.
Εγώ πάντως
εξακολουθώ να βλέπω τον επερχόμενο
μεσαίωνα
με φάλαγγες πιστών
με αργυρά δισκοπότηρα αφρίζοντα αίμα
με σημαιοστολισμούς και παρελάσεις
με ραβδούχους καλοθρεμμένους καλόγερους
εικόνες απο παλιές εκστρατείες
και τυφεκισμούς
ήρωες με αυστηρά βλέμματα
Άμες δε γ’ εσόμεθα
πληρωμένη εκπαίδευση
θεός αγέρας τα στοιχεία της φύσεως
κλειδωμένα στην εποχή σε χάλκινα θησαυροφυλάκια.
Αν άξαφνα σας γεννηθεί το ερώτημα
πως τα κατάφερε αυτός ο θνητός
μέσα σ’ αυτό το βαρύγδουπο διαπασών των ύμνων
να δραπετεύσει με αληθινό λαμπερόν ήλιο
με αληθινές εξαρτήσεις του βίου –
αν δε μπορείτε να καταλάβετε
τι τον οδήγησε σ’ αυτό το τελευταίο διάβημα
που βρήκε την έξοδο αφού γύρω ήταν μπετόν
αφού γύρω τραγουδούσε η φοιτήτρια
ένα τραγούδι ιστορικό παλιών ηρώων
τότε
δε θα’ χετε δεί κάτι κρυφές μικρές πόρτες
όμως ολοφάνερες στα μάτια των ειδικών
δεν θαχετε δεί το ραγισμένο τοίχο
όπου βλασταίνουν κάτι φυτά
πάνω σ’ ασβέστη κίτρινο απ’ την πολυκαιρία.
Το ζήτημα πια έχει τεθεί :
Η θα εξακολουθούμε να γονατίζουμε
όπως αυτός ο δραπέτης
ή θα σηκώσουμε άλλον πύργο ατίθασο
απέναντί τους.
Σχολιάστε