[Η κριτική της θρησκείας είναι θεμελιώδες δικαίωμα της Δύσης, όχι ασθένεια·

22/06/2024 § Σχολιάστε

Τρομοκράτες της στρατιωτικής πτέρυγας της Χαμάς Ταξιαρχίες Αλ-Κασάμ στη Γάζα προσεύχονται στις 20 Ιουλίου 2022 πριν από την πορεία για την επέτειο 8 χρόνων της υποτιθέμενης απαγωγής του Ισραηλινού στρατιώτη Ορόν Σαούλ τον οποίο είχαν εξοντώσει στις 20 Ιουλίου 2014. © Mohammed Saber / EPA / ΑΠΕ-ΜΠΕ

Δεν υφίσταται η έννοια της Ισλαμοφοβίας

του Πασκάλ Μπρυκνέρ (Pascal Bruckner) στην Athens Review of Books

Το 1910 ο Αλαίν Κελιάν, ένας Γάλλος εμπειρογνώμονας του Υπουργείου Αποικιών, δημοσίευσε το Η μουσουλμανική πολιτική στη γαλλική Δυτική Αφρική (La Politique musulmane dans l’Afrique occidentale française). Το έργο αυτό, απευθυνόμενο στους ειδικούς, είναι συγκρατημένα εγκωμιαστικό για την θρησκεία του Κορανίου, μια «πρακτική και συγκαταβατική» θρησκεία, καλύτερα προσαρμοσμένη στους ιθαγενείς λαούς, ενώ ο Χριστιανισμός είναι «πολύ πολύπλοκος, πολύ αφηρημένος, πολύ αυστηρός για την στοιχειώδη και υλιστική νοοτροπία του Νέγρου». Βλέποντας το Ισλάμ ως μια εκπολιτιστική δύναμη που «απομακρύνει τους λαούς από τον φετιχισμό και τις εξευτελιστικές του πρακτικές» και ως εκ τούτου διευκολύνει την Ευρωπαϊκή διείσδυση, ο συγγραφέας καλεί να δοθεί τέλος στις προκαταλήψεις που εξισώνουν αυτή την πίστη με τη βαρβαρότητα, τον φανατισμό, καταδικάζοντας την «Ισλαμοφοβία» που ήταν διαδεδομένη στην αποικιακή διεύθυνση προσωπικού. Αντιθέτως, πρέπει να είμαστε ανεκτικοί απέναντι στο Ισλάμ και να το αντιμετωπίζουμε αντικειμενικά. Ο Κελιάν έγραφε ως διοικητικός υπάλληλος που τον ενδιέφερε η τάξη. Γιατί να δαιμονοποιούμε μια θρησκεία που διατηρεί την ειρήνη στην αυτοκρατορία, παρά τις καταχρήσεις για τις οποίες είναι ένοχη και τις οποίες θεωρεί δευτερεύουσες, δηλαδή τη δουλεία και την πολυγαμία; Αφού το Ισλάμ είναι ο καλύτερος σύμμαχος της αποικιοκρατίας, πρέπει να προστατεύσουμε τους πιστούς από τη βλαβερή επιρροή των σύγχρονων ιδεών· πρέπει να σεβόμαστε τον τρόπο ζωής τους.

Ο Μωρίς Ντελαφός, ένας αποικιακός διοικητής που ζούσε στο Ντακάρ γράφει περίπου την ίδια εποχή: «Ό,τι και να λένε αυτοί για τους οποίους η Ισλαμοφοβία καθορίζει τη διοίκηση των ιθαγενών, η Γαλλία δεν έχει να φοβάται τίποτε παραπάνω από τους μουσουλμάνους στη Δυτική Αφρική από τους μη-μουσουλμάνους». Και προσθέτει: «Συνεπώς η Ισλαμοφοβία δεν εξυπηρετεί σε τίποτα στη Δυτική Αφρική».

Ο όρος «Ισλαμοφοβία» μάλλον υπήρξε πριν αυτοί οι αυτοκρατορικοί γραφειοκράτες τον χρησιμοποιήσουν. Πάρα ταύτα η γλώσσα αυτή ήταν σπάνια μέχρι τα τέλη του 1980, όταν ο όρος μετατράπηκε σταδιακά σε πολιτικό εργαλείο, υπό την πίεση των Βρετανών μουσουλμάνων που αντιδρούσαν στην φετφά που εξέδωσε ο Αγιατολάχ Χομεϊνί εναντίον του μυθιστοριογράφου Σαλμάν Ρουσντί μετά την έκδοση του βιβλίου του Σατανικοί Στίχοι. Με τη ρευστή της σημασία, η λέξη «Ισλαμοφοβία» συγχωνεύει δύο πολύ διαφορετικές έννοιες: τη δίωξη των πιστών που είναι έγκλημα· και την κριτική της θρησκείας που είναι ένα δικαίωμα. Νεοεισαχθείς στο εννοιολογικό πεδίο του αντιρατσισμού, αυτός ο όρος φιλοδοξεί να θέσει το Ισλάμ στο απυρόβλητο τοποθετώντας το στο ίδιο επίπεδο με τον αντισημιτισμό.

Στην Κωνσταντινούπολη τον Οκτώβριο του 2013, ο Οργανισμός Ισλαμικής Διάσκεψης, χρηματοδοτούμενος από δεκάδες μουσουλμανικές χώρες οι οποίες αναίσχυντα καταδιώκουν Εβραίους, Χριστιανούς, Βουδιστές και Ινδουιστές, απαίτησε από τις Δυτικές χώρες να βάλουν τέλος στην ελευθερία της έκφρασης σε ό,τι αφορά το Ισλάμ, καταγγέλλοντας ότι η θρησκεία παρουσιάζεται πολύ αρνητικά ως ένα δόγμα που καταπιέζει τις γυναίκες και προσηλυτίζει με βίαιο τρόπο. Η πρόθεση των υπογραφόντων ήταν να καταστήσουν διεθνές έγκλημα την άσκηση κριτικής της θρησκείας του Κορανίου.

Αυτή η αξίωση, όπως είχε διατυπωθεί στην Παγκόσμια Διάσκεψη κατά του Ρατσισμού που διοργανώθηκε από τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών στο Ντέρμπαν ήδη από το 2001, επαναβεβαιώνεται σχεδόν κάθε χρόνο. Ο ειδικός εισηγητής του ΟΗΕ για τον ρατσισμό Ντουντού Ντιέν, σε μια έκθεση του Οργανισμού του 2007 για το Συμβούλιο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου καταγγέλλει την Ισλαμοφοβία ως μια από τις «πιο σοβαρές μορφές δυσφήμισης των θρησκειών». Τον Μάρτιο της ίδιας χρονιάς, το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων είχε σαφέστατα εξισώσει αυτό το είδος δυσφήμισης με τον ρατσισμό και απαιτούσε την απαγόρευση κάθε χλευασμού του Ισλάμ και των θρησκευτικών συμβόλων του. Αυτό ήταν ένα διπλό τελεσίγραφο. Ο πρώτος στόχος ήταν η επιβολή της σιωπής στους Δυτικούς που ήταν ένοχοι για την αποικιοκρατία, την εκκοσμίκευση, και την προώθηση της ισότητας ανάμεσα σε άντρες και γυναίκες. Ο δεύτερος στόχος, ακόμα πιο σημαντικός, ήταν η δημιουργία ενός όπλου επιβολής εναντίον των φιλελεύθερων μουσουλμάνων που τολμούσαν να ασκούν κριτική στην θρησκεία και διεκδικούσαν τη μεταρρύθμιση των νόμων για την οικογένεια, την ισότητα των φύλων, το δικαίωμα στην αποστασία και την αλλαξοπιστία, και το δικαίωμα να μην πιστεύουν στον Θεό και να μην τηρούν το Ραμαζάνι και άλλα έθιμα. Είναι επιτακτική ανάγκη να καταδικάζονται δημοσίως αυτοί οι αποστάτες για να μην υπάρχει καμία ελπίδα για αλλαγή.

Το νέο έγκλημα σκέψης έχει στόχο να στιγματίσει τις νεαρές γυναίκες που επιθυμούν να απαλλαγούν από τη μαντίλα και να περπατούν στον δρόμο ακάλυπτες χωρίς ντροπή, και να παντρεύονται όποιον αγαπούν και όχι αυτόν που τους επιβάλλεται, καθώς και να πατάξει εκείνους τους πολίτες της Γαλλίας, της Γερμανίας και του Ηνωμένου Βασιλείου με Τουρκική, Πακιστανική ή Αφρικανική καταγωγή που τολμούν να διεκδικούν το δικαίωμα στην θρησκευτική αδιαφορία. Τα ζητήματα που αφορούν το Ισλάμ κινούνται από τη διανοητική, ατομική ή θεολογική σφαίρα στην ποινική, έτσι ώστε κάθε αντίρρηση ή επιφυλακτικότητα ως προς την πίστη να υπόκειται σε κυρώσεις. Η έννοια της Ισλαμοφοβίας αποκρύπτει την πραγματικότητα της επίθεσης που διεξάγουν οι σαλαφιστές, οι ουαχαμπιστές και η Μουσουλμανική Αδελφότητα στην Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική για να ισλαμοποιήσουν εκ νέου τις μουσουλμανικές κοινότητες – ένα προοίμιο, όπως ελπίζουν, του εξισλαμισμού όλου του Δυτικού κόσμου. Ο σεΐχης Γιουσούφ αλ-Καραντάουι[1] της Αιγυπτιακής Μουσουλμανικής Αδελφότητας, ένας πρόσφυγας στο Κατάρ τον οποίο καταζητούσε η Ιντερπόλ για υποκίνηση δολοφονιών και προώθηση της τρομοκρατίας, εκφράζει συχνά τη λύπη του για το γεγονός ότι το Ισλάμ απέτυχε δύο φορές να κατακτήσει την Ευρώπη: το 732 όταν ο Κάρολος Μαρτέλος σταμάτησε τους Σαρακηνούς στο Πουατιέ· και το 1689 με την αποτυχημένη προσπάθεια των Οθωμανών να κατακτήσουν τη Βιέννη. Τώρα η ιδέα είναι να προσηλυτίσουν την Ευρώπη στην πραγματική πίστη αλλάζοντας εν μέρει το δίκαιο και την κουλτούρα.

Παραμένει το μυστήριο της μετουσίωσης της θρησκείας σε φυλή. Η «φυλετικοποίηση» του κόσμου πρέπει να υπήρξε το πιο αναπάντεχο αποτέλεσμα του αγώνα κατά των διακρίσεων του τελευταίου μισού αιώνα· έχει εξασφαλίσει ότι ο αγώνας θα αναβιώνει συνεχώς την κατάρα από την οποία προσπαθεί να απαλλαγεί. Μια μεγάλη οικουμενική θρησκεία όπως το Ισλάμ περιλαμβάνει έναν ιδιαίτερα μεγάλο αριθμό λαών και δεν μπορεί να αφομοιωθεί σε μια ιδιαίτερη φυλετική ομάδα. Ο όρος «Ισλαμοφοβία», ωστόσο, προκαλεί τη σύγχυση ανάμεσα σε ένα σύστημα συγκεκριμένων πεποιθήσεων και των πιστών που ακολουθούν αυτές τις πεποιθήσεις. Η αμφισβήτηση ενός είδους υπακοής, η απόρριψη δογμάτων που κάποιος θεωρεί παράλογα ή ψευδή είναι το θεμέλιο της διανοητικής ζωής, αλλά η πίστη στην ύπαρξη της Ισλαμοφοβίας καθιστά αδύνατη τέτοια αμφισβήτηση. Μήπως θα έπρεπε να μιλάμε για αντικαπιταλιστικό, αντιφιλελεύθερο, ή αντιμαρξιστικό «ρατσισμό» ή φοβία;

Αλλά το Ισλάμ επωφελείται από μια ειδική προστασία. Την ίδια στιγμή που μειονότητες Χριστιανών στα Ισλαμικά εδάφη διώκονται, δολοφονούνται ή οδηγούνται στην εξορία –τώρα απειλούνται με εξαφάνιση έως τα μέσα αυτού του αιώνα– ο όρος «Χριστιανοφοβία», παρότι προτάθηκε από αξιωματούχους του ΟΗΕ, δεν καθιερώθηκε, και δεν θα καθιερωθεί ποτέ. Δυσκολευόμαστε να δούμε τον Χριστιανισμό σαν κάτι άλλο πέρα από μια θρησκεία κατάκτησης και μισαλλοδοξίας, αν και σήμερα τουλάχιστον από την Εγγύς Ανατολή έως το Πακιστάν είναι μια θρησκεία μαρτυρίου. Στη Γαλλία, με την αντικληρική της παράδοση, μπορούμε να χλευάζουμε τον Μωυσή, τον Ιησού, τον Πάπα και να τους αναπαριστούμε σε οποιαδήποτε στάση, ακόμα και την πιο χυδαία. Αλλά δεν πρέπει να γελάμε ποτέ με το Ισλάμ· εάν το κάνουμε προκαλούμε την οργή των δικαστηρίων. Γιατί αυτό το διπλό κριτήριο; Η Παρισινή εφημερίδα Le Monde σημειώνει ότι το σατιρικό περιοδικό Charlie Hebdo έχει αφιερώσει μόνο 4% των εξωφύλλων του σε αναπαραστάσεις του προφήτη Μωάμεθ, ενώ χλευάζει τον Ιησού, τον Μωυσή, τον Δαλάι Λάμα εδώ και σαράντα χρόνια – αλλά ήταν αυτό το 4% που προκάλεσε μια μαζική δολοφονία από ισλαμιστές φονιάδες στις 7 Ιανουαρίου 2015. Και επειδή άσκησα κριτική σε δύο γαλλικές Ισλαμιστικές ομάδες που υπήρξαν ιδεολογικοί συναυτουργοί των δολοφόνων του Charlie Hebdo, με έσυραν στο δικαστήριο με την κατηγορία της συκοφαντικής δυσφήμισης. Κέρδισα τη δίκη – ευτυχώς, διότι αυτό που έλεγα ήταν η απλή αλήθεια.

Διαβάστε τη συνέχεια Ε Δ Ω > >

✳︎

Διαβάστε του Πασκάλ Μπρυκνέρ:

Τα σχόλια είναι απενεργοποιημένα.

What’s this?

You are currently reading [Η κριτική της θρησκείας είναι θεμελιώδες δικαίωμα της Δύσης, όχι ασθένεια· at αγριμολογος.

meta