[περίμενε το τραγούδι του Χορού ·
26/03/2022 § Σχολιάστε
Αυθαιρεσία 11η

©Rodney Graham, Refraction Study after Jerry Lewis (Artists and Models, 1955) 2020 / Painted aluminum lightbox with transmounted chromogenic transparency -courtesy 303 Gallery / New York City
διαπιστώνεις λες· ορισμένες ανακολουθίες και η τάση σου παραμένει· επινοείς περιστατικά, ανοίγεις προοπτικές δραπέτευσης ―έτσι ξορκίζεις το χρόνο, ξέρω. επιμήκυνση δεν σημαίνει ουσία, η έκταση δεν είναι το ζητούμενο, μη βλέπεις το πρώτο επεισόδιο στην Ορέστεια που ενώνει «κοινωνικές καταβολές», αυτό γίνεται μέσω του Χορού, μπροστά σε μια αμφιταλαντευόμενη Ηλέκτρα ―το γεγονός αυτό δεν ξεπερνιέται ανώδυνα. περίμενε το τραγούδι του Χορού ―μετά βλέπουμε.
*
[α’ δημοσίευση 31-05-2009
◉
[θαμπά ·
05/02/2021 § Σχολιάστε

photo: stratos fountoulis
❇︎
Mικρές κομψές σμαλτωμένες επιγραφές με περίτεχνες γραμματοσειρές κι έντονα γλυκά γκρίζα νούμερα σε λευκό παλ φόντο μπρος σε ταπεινό ή μεγαλοπρεπές σπίτι· ή ακόμα και δωμάτιο ξενοδοχείου περιωπής· επιγραφές που προϊδεάζουν μία ευγένεια, μία λεπτότητα· προϊδεάζουν χαμηλόφωνες σοβαρές ή και σοβαροφανείς συζητήσεις σε χώρους όπου οι πόρτες δεν τρίζουν, δεν ακούγονται ποτέ να ανοιγοκλείνουν από το τακτικό λάδωμα των μεντεσέδων μέσα σε δωμάτια διακοσμημένα από έπιπλα διαχρονικής αξίας, αυτά που συνήθως λατρεύουν υπάλληλοι του διπλωματικού σώματος οι οποίοι τυγχάνουν συχνοί ανά τον κόσμο ταξιδιώτες εκπροσωπώντας τη χώρα τους ―όλα αυτά καλύπτουν πολλές ανθρώπινες αδυναμίες, ματαιοδοξίες, θαμπές υποκρισίες, πολιτισμό κι ευγένεια εντός ενός περίτεχνου κοινωνικού πλέγματος του φαίνεσθε· κι αυτό, όπως και πολλά άλλα ανθρώπινα, είναι
αναπόφευκτο.
❇︎
[λήθαργος·
12/12/2020 § Σχολιάστε
✾
Θόρυβος. Σαν από σμήνος μελισσών. Έσφιξε τις γροθιές του. Ένα τρέμουλο στη ραχοκοκαλιά του με ακανόνιστες δονήσεις. Ένιωθε τα χέρια του να κονταίνουν. Ο θόρυβος. Όπως όταν χτυπά κανείς το κεφάλι του απελπισμένα στον τοίχο με το κεφάλι σκυφτό να βλέπει παράλληλα τη μεταβαλλόμενη σκιά του. Λαχανιασμένος. Ένιωθε ανύπαρκτος μπρος το σκληρό τοιχίο. Θυμάται λέξεις μπερδεμένες σαν να μην τις έχει ποτέ ακούσει κι ωστόσο οικείες όπως η θερμοκρασία ενός Αττικού καλοκαιριού. Λέξεις παράδοξες· αντιφατικές. Ζούσε με τη σκέψη ν’ αγγίζει διακριτικά το σώμα του όπως ένα χαλαρωμένο μαντίλι γύρω απ’ το λαιμό ν’ ακουμπά το πηγούνι πού κάθε λίγο το ανέβαζε ως πάνω, να καλύπτει σφιχτά τη μύτη υπογραμμίζοντάς του την περίεργη ανατομία της.
Ξεκινούσε ο καθημερινός λήθαργος.
✾
[υποτονικό ·
16/05/2020 § Σχολιάστε
Αυθαιρεσία XXXΧI
✻
Ξηρασία. Εσωτερική. Εγκατάλειψη σε θάλασσα λεπτομερειών, η μοχθηρία κι η αδιαφορία της καρδιάς. Σαν ν’ αποκοιμήθηκε, λένε, η παλιά (παν)άξια ανθρωπότητα. Αυτά και άλλα αδιάφορα σκεφτόταν, καθώς έπλενε προσεκτικά τα πιάτα του βραδινού του -υποχρέωση απαραβίαστη το να αφήνει τα πάντα καθαρά και στη θέση τους πριν πέσει για ύπνο, πράγμα που έρχεται, να μας διδάξει ότι -εδώ και πάλι η σκέψη του σαλπάρει γι’ αλλού- για τις νεαρές ψυχές, για τις οποίες, κάποιες τέτοιες ασήμαντες εκκρεμότητες, θα ήταν κατά πάσα πιθανότητα καταγέλαστες, και η υποχρέωση κενό γράμμα. Βλακείες. Και δεν είναι άνθρωπος που σκέφτεται και ξεστομίζει βλακείες, και σκέφτηκε -εδώ και πάλι η σκέψη του σαλπάρει γι’ αλλού- το μικρό του δωμάτιο που χρησιμεύει για γραφείο και ως καθιστικό, εκεί όπου κατάφερε να τοποθετήσει ένα διθέσιο καναπέ, μία φιλόξενη αναπαυτική καρέκλα κι απέναντι μια τηλεόραση που σπανίως άνοιγε. Οι τοίχοι είναι επενδυμένοι με βιβλία· κι ανάμεσά τους έμπαινε το φως του παραθύρου· εκεί τον περίμενε υπομονετικά το γραφείο. Το μέτριο αυτό περιβάλλον άνεσης συμπλήρωνε ένα· με υποτονικά χρώματα, ξεθωριασμένο χαλί. Στις ανάκατες σημειώσεις του πάνω στο γραφείο αχνοφαίνονταν, οι πιθανότητες των
μελλοντικών του διαφοροποιήσεων.
*
όλες οι «αυθαιρεσίες»